Σήμερα, το σύστημα του Μοντραγκόν περιλαμβάνει ένα δίκτυο καταναλωτικών, οικιστικών,
γεωργικών και κατασκευαστικών συνεταιρισμών.
Η συνολική αξία του εγχειρήματος αποτιμάται σε
δισεκατομμύρια.
Το Μοντραγκόν αποτελείται από 86 παραγωγικούς συνεταιρισμούς που απασχολούν
κατά μέσο όρο μερικές εκατοντάδες άτομα ο κάθε ένας, 44 εκπαιδευτικά ιδρύματα, 15
κατασκευαστικούς συνεταιρισμούς, ένα δίκτυο καταναλωτικών συνεταιρισμών το οποίο έχει 75.000
μέλη και την Τράπεζα.
Η Λαϊκή Εργατική Τράπεζα έχει 132 υποκαταστήματα στην Χώρα των
Βάσκων και πρόσφατα άνοιξε γραφείο στη Μαδρίτη, χαρακτηριστικό για τις διαθέσεις επέκτασης και
πέραν της χώρας των Βάσκων.
Το ενεργητικό της υπολογίζεται ότι ξεπερνάει το ένα δισεκατομμύριο
δολάρια.
Το Μοντραγκόν παράγει τα πάντα, από οικιακές συσκευές (είναι η δεύτερη εταιρία
κατασκευής ηλεκτρικών ψυγείων στη Ισπανία) μέχρι ανταλλακτικά κινητήρων και ferry boats, τα
οποία και εξάγει.
Οι εξαγωγές αντιπροσωπεύουν πάνω από το 1% των ισπανικών εξαγωγών.
Με τους
18.000 εργάτες του, κατέχει το 15 % των θέσεων εργασίας στην επαρχία Guipuzkoa και το 5% στη
Χώρα των Βάσκων.
Παρόλο που ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής αφορά προϊόντα μεσαίας
τεχνολογίας, το Μοντραγκόν παράγει επίσης προϊόντα υψηλής τεχνολογίας.
Το Ερευνητικό
Ινστιτούτο του Μοντραγκόν, το Ικερλάν, διαθέτει πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων των Η.Π.Α,
ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγεται και το Μ.Ι.Τ., ενώ έχει εξελίξει βιομηχανικά ρομπότ τα οποία
εξάγονται η χρησιμοποιούνται στους βιομηχανικούς συνεταιρισμούς του δικτύου.
Η εσωτερική διοίκηση του Μοντραγκόν περιλαμβάνει την ετήσια Γενική Συνέλευση η οποία
και εκλέγει τη διοίκηση. Παράλληλα υπάρχει και το Κοινωνικό Συμβούλιο που απασχολείται
αποκλειστικά με τα ζητήματα των εργατών.
Τέλος, υπάρχει κι ένα Διοικητικό Συμβούλιο στο οποίο
συμμετέχουν από κοινού μέλη της Γενικής Συνέλευσης και μάνατζερς αν και οι τελευταίοι διαθέτουν
μόνο το δικαίωμα του λόγου χωρίς να μπορούν να ψηφίσουν.
Οι επιχειρήσεις του Μοντραγκόν δεν
είναι πολύ μεγάλες.
Σήμερα το όριο των μελών δεν ξεπερνά τους 400, σύμφωνα με την πολιτική
βούληση του ίδιου του συνεταιρισμού.
Βέβαια, η ULGOR είχε μεγαλώσει πάρα πολύ αρχικά, ενώ
στην αρχή αντιμετώπισε και μία απεργία.
Η Γενική Συνέλευση είχε ψηφίσει τότε την απόλυση των
πρωτεργατών της απεργίας αλλά παρόλα αυτά πήρε το μάθημά της: το μέγεθος από μόνο του μπορεί
να δημιουργήσει αντιθέσεις.
Προκειμένου να εξασφαλίσει τόσο τα πλεονεκτήματα της μεγάλης κλίμακας, όσο και αυτά των
μικρών παραγωγικών μονάδων, το Μοντραγκόν έχει αναπτύξει ένα σύστημα κοινοπραξιών.
Μέσα στα
πλαίσια του, ένας αριθμός συνεταιρισμών μπορεί να αναπτύξει μικρές κοινοπραξίες, που διευθύνονται
από μια διοίκηση εκλεγμένη από το προσωπικό των επί μέρους επιχειρήσεων.
Αυτές οι μονάδες είναι
είτε οριζόντιας είτε κάθετης ολοκλήρωσης και μπορούν να ανταλλάξουν εργαζόμενους καθώς οι
ανάγκες τους μεταβάλλονται.
Επίσης, έχουν τη δυνατότητα (οι μονάδες παραγωγής) να
χρησιμοποιούν έναν κοινό μηχανισμό εμπορίας.
Η αποδοτικότητα του Μοντραγκόν
Από τα πρώτα πράγματα που θα προσέξει κανείς μόλις μπει σ’ ένα εργοστάσιο του Μοντραγκόν είναι
το καφέ ευρωπαϊκού στυλ στο οποίο κάνουν διάλειμμα οι εργάτες της επιχείρησης.
Το κλίμα μέσα στο
καφέ-μπαρ είναι αντιπροσωπευτικό του χαρακτήρα που παίρνει η εργασία μέσα στον συνεταιρισμό:
είναι χαλαρή δίχως όμως να χάνει τη σοβαρότητά της.
Η, αποδοτικότητα, ως ο λόγος ανάμεσα στους των χρησιμοποιούμενους πόρους (κεφάλαιο και εργασία) και τη συνολική παραγωγή, είναι κατά πολύ
υψηλότερη από τα αντίστοιχα καπιταλιστικά εργοστάσια.
Ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα της αποδοτικότητας του Μοντραγκόν, είναι ότι το
Επιχειρηματικό Τμήμα συνεχίζει να αναπτύσσει νέους συνεταιρισμούς – 4 κατά μέσο όρο το χρόνο,
με 400 μέλη περίπου ο καθένας.
Από αυτούς, μόνο 2 έχουν αποτύχει μέχρι στιγμής.
Αυτή η
εντυπωσιακή επίδοση μπορεί να συγκριθεί με το ποσοστό της αποτυχίας των νέων επιχειρήσεων στο
σύνολο της χώρας, που προσεγγίζει το 90% στα πρώτα 5 χρόνια της λειτουργίας τους.
Έχω μελετήσει
μια τεχνο-οικονομική μελέτη για την ίδρυση μιας νέας επιχείρησης.
Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό
ντοκουμέντο, που φτάνει το μέγεθος ενός βιβλίου και περιλαμβάνει δημογραφικά στοιχεία,
κοινωνιολογικές αναλύσεις του καταναλωτικού κοινού στο οποίο απευθύνεται η επιχείρηση, ανάλυση
της αγοράς, πληροφορίες για το προϊόν και οτιδήποτε άλλο μπορεί να είναι σχετικό.
Όταν μια νέα
επιχείρηση βρίσκεται στα σκαριά, οι υπεύθυνοι του Μοντραγκόν συμβουλεύουν στα μέλη που
πρόκειται να συμμετάσχουν να εκλέξουν μια ηγεσία.
Αυτή εκπαιδεύεται για δυο χρόνια στο
Επιχειρηματικό τμήμα του Μοντραγκόν, προτού η επιχείρηση αρχίσει να λειτουργεί.
Εκεί, μαθαίνουν
οτιδήποτε έχει να κάνει με τη δουλειά τους και τη λειτουργία ενός συνεταιρισμού.
Το Μοντραγκόν δεν είναι ουτοπία.
Ενώ δεν παράγει όπλα, άχρηστα πολυτελή αντικείμενα ή
προϊόντα που βλάπτουν το περιβάλλον, παράγει τρέχοντα βιομηχανικά προϊόντα με μια αναγνωρίσιμη
τεχνολογία παραγωγής.
Επίσης, δεν λειτουργεί με βάση την εναλλαγή καθηκόντων, ούτε η διοίκησή
του εκλέγεται άμεσα από τη βάση – μιας και κάτι τέτοιο δεν λειτούργησε όταν άλλα συνεταιριστικά
πειράματα προσπάθησαν να το εφαρμόσουν.
Η αφοσίωση των μελών του Μοντραγκόν ποικίλλει.
Στους κόλπους των συνεταιρισμών υπάρχουν αυτοί που βλέπουν την απόπειρα του Μοντραγκόν ως
ένα εναλλακτικό μοντέλο για την οργάνωση της παραγωγής σε παγκόσμια κλίμακα και κάποιοι άλλοι
που δεν ενδιαφέρονται για την εξαγωγή του μοντέλου και τη μεταβολή του σε οργανωτικό πρότυπο.
Το Μοντραγκόν έχει επίσης κατηγορηθεί για το ότι δεν παράγει για τοπική κατανάλωση.
Το
συγκεκριμένο δίκτυο των συνεταιρισμών αναπτύσσεται στον βιομηχανικό τομέα και δεν ανήκει στις
επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανάπτυξη σε τοπικό επίπεδο και γι’ αυτό, ενώ δημιουργεί θέσεις
εργασίας, τα προϊόντα του εξάγονται σ’ όλο τον κόσμο.
Το Μοντραγκόν εξήγαγε εργοστασιακά
συγκροτήματα εργαλειομηχανών σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, την Πορτογαλία και την
Αλγερία ̇ ενώ ένα εργοστάσιο κατασκευής επίπλων που ανήκει στο δίκτυο, λειτουργεί τώρα στην
Πολιτεία της Νέας Υόρκης. Παρόλα αυτά, το μοντέλο του Μοντραγκόν δεν εξάγεται μαζί με τα
προϊόντα του.
Σε γενικές γραμμές, οι επιχειρήσεις δεν αφιερώνουν και πολύ χρόνο στην εξάπλωση
του συνεταιριστικού τους μοντέλου.
Παρόλα αυτά, σήμερα, το συνεταιριστικό δίκτυο κατακλύζεται
από τους χιλιάδες επισκέπτες, γεγονός που δημιουργεί κάποια πίεση για την μεταβολή του
οργανωτικού του μοντέλου σε συνεταιριστικό πρότυπο για όλο τον κόσμο.
Η απόπειρα του Μοντραγκόν έχει προκαλέσει παγκόσμιο ενδιαφέρον. Η κυβέρνηση Μιτεράν
στη Γαλλία, ως αποτέλεσμα των επιδράσεων του Μοντραγκόν, είχε ιδρύσει μια συμβουλευτική
επιτροπή που ασχολούνταν αποκλειστικά με την ανάπτυξη των συνεταιρισμών.
Στην Ουαλία, το
Ουαλικό Εργατικό Κέντρο αναπτύσσει ένα δίκτυο συνεταιρισμών στα πρότυπα του Μοντραγκόν.
Στην Αγγλία, το Κίνημα για τον Έλεγχο της Εργασίας έχει αναπτύξει παρόμοιες δραστηριότητες σε
συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση.
Πολλοί προοδευτικοί στους κόλπους της Καθολικής
Εκκλησίας, που βλέπουν στο Μοντραγκόν μια εναλλακτική προοπτική πέρα από τον κομμουνισμό και
τον καπιταλισμό, έχουν συμβάλει στην ίδρυση βιομηχανικών συνεταιρισμών στο Μιλγουόκι και στο
Ντητρόιτ, ενώ στη Βοστόνη ο συγγραφέας του παρόντος κειμένου συνεργάστηκε με την τοπική
αρχιεπισκοπή για την ανάπτυξη ενός παρόμοιου μοντέλου.
Γιατί το πείραμα του Μοντραγκόν είναι τόσο πετυχημένο;
Ένα μέρος της απάντησης ανήκει
στις ιδιαιτερότητες του πολιτισμού των Βάσκων.
Πολλά μέλη των συνεταιρισμών με τα οποία μίλησα
υποστηρίζουν ότι η συνεκτικότητα και ο κοινοτισμός της βασκικής παράδοσης κάνουν το πείραμα
εφικτό.
Παρόλα αυτά, η περουβιανή κοινωνιολόγος Άννα Γκουτιέρες Τζόνσον που έχει μελετήσει
εκτεταμένα το Μοντραγκόν, πιστεύει ότι η επιτυχία του πειράματος βασίζεται στο ιδιαίτερο
οργανωτικό πρότυπο που επικρατεί στους κόλπους του και γι’ αυτό μπορεί να εξαχθεί.
Συμμερίζομαι
την άποψή της αν και πιστεύω ότι –τουλάχιστον στις Η.Π.Α.– η παράδοση του ατομικισμού αλλά και
οι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές σχέσεις ανάμεσα σε εργάτες και διευθυντές, αποτελούν εμπόδιο για την ανάπτυξη τέτοιων εγχειρημάτων.
Στις Η.Π.Α. η εργατική τάξη έχει ισχνή εργατική συνείδηση, μιας και
έχει ενσωματωθεί στο καπιταλιστικό σύστημα και θεωρεί την εργασία της ως ένα απλό εισιτήριο για
τη μεσαία τάξη.
Εντούτοις, η έλλειψη ιδεολογικών αναφορών μπορεί να αποβεί θετική, ακριβώς γιατί
το μυστικό του Μοντραγκόν είναι η οργάνωση και όχι η ιδεολογία: Η εμπειρία, για παράδειγμα, της
λειτουργίας συγκεκριμένων βιομηχανιών, είναι που διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο συνδέεται η
τράπεζα με τους εργάτες-επιχειρηματίες ή τον τρόπο με τον οποίο προσαρμόζονται οι ατομικές
επιχειρήσεις στο συνεταιριστικό δίκτυο.
Η εξημέρωση αυτού του σύγχρονου οργανωτικού τέρατος αποτελεί μια πρόκληση που πρέπει
να αντιμετωπιστεί εάν κάποιος θέλει να επιτύχει την απελευθέρωση μέσα στην εργασία. Επιπλέον,
αυτός ο τύπος οργάνωσης είναι κεντρικός στις σύγχρονες βιομηχανικές κοινωνίες.
Θα ήταν πολύ
όμορφο –και γι’ αυτό ουτοπικό– να μπορούσαμε άμεσα να διαγράψουμε αυτό το πρόβλημα και να
επιστρέψουμε στην μικρή, οικοτεχνική παραγωγή εξαλείφοντας τους τόνους των άχρηστων
καταναλωτικών σκουπιδιών.
Αλλά, το πρώτο βήμα για να αποφασίσει κανείς τι παράγεται και τι όχι
είναι να επανακτήσει τον έλεγχο του συστήματος. Στο κάτω-κάτω της γραφής το τι θα παραχθεί και τι
όχι αποτελεί μια δημοκρατική απόφαση.
Εάν ο έλεγχος βρίσκεται στα χέρια τους, οι άνθρωποι θα
είναι σε θέση να αποφασίσουν για το εάν η μαζική παραγωγή αξίζει τον κόπο ή όχι.
Με τον έλεγχο επάνω στην παραγωγική διαδικασία, μπορεί τουλάχιστον κάποιος να ξεκινήσει
την εξοικείωση των καταναλωτών με καλύτερα προϊόντα, ή λιγότερα προϊόντα, ή χειροποίητα
προϊόντα ή ο,τιδήποτε αυτός θεωρεί ότι συνιστά ποιοτικό άλμα σε σχέση με το υφιστάμενο σύστημα.
Επιπλέον, κανένας δεν μπορεί να αλλάξει από μόνος του όλη την κυρίαρχη κουλτούρα μέσα σε μια
μέρα.
Εάν κάποιοι θελήσουν να απομακρύνουν τους ανθρώπους από την εξάρτησή τους από τα
αυτοκίνητα, για παράδειγμα, μπορούν να το πετύχουν παράγοντας καλύτερα τραίνα, πράγμα που
συνιστά ένα άλμα πέρα από την παραγωγή πιο αποδοτικών ως προς την κατανάλωση καυσίμου
αυτοκινήτων.
Το γεγονός ότι κάποιος δεν μπορεί να κάνει τα πάντα δεν θα έπρεπε να αποτελεί
επιχείρημα που να συνηγορεί στο να μην κάνει τίποτε.
Θυμάμαι μια διαμάχη που αναπτύχθηκε μέσα από το περιοδικό “Social Anarchism” και
αφορούσε το εγχείρημα ενός συνεταιριστικού πτηνοτροφείου που προσπαθούσε να στήσει ο Λέμ
Κίμμερμαν.
Σε γενικές γραμμές του είχε ασκηθεί καταιγιστική κριτική για τις επιλογές του: Είχε
δανειστεί πόρους από την κυβέρνηση! Προτιμούσε να έχει εργάτες, επιστάτες και συμβούλους παρά
να αναπτύξει αληθινή αυτοδιεύθυνση!
Είχε σχέσεις με καπιταλιστές διανομείς!
Το όλο εγχείρημα ήταν
μια δυσφήμιση των αναρχικών αρχών, μιας και διατηρούσε σχέσεις με το καπιταλιστικό σύστημα, την
ιεραρχία και το κράτος!
Ασφαλώς, η διαμάχη αυτή δεν είναι καινούργια, αλλά θυμίζει το παλιό
μαρξιστικό επιχείρημα ότι μέχρι να επιτευχθούν οι αντικειμενικές συνθήκες για την επανάσταση,
τίποτα δεν μπορεί –και δεν χρειάζεται– να πραγματοποιηθεί.
Η σημασία του Μοντραγκόν είναι διττή: Απ’ τη μια αντιπροσωπεύει μια θετική πρόταση για
την απελευθέρωση της εργασίας, μια κοινότητα που ελέγχεται δημοκρατικά από τα μέλη της.
Η
δημοκρατία, στην οποία όλοι υποκλινόμαστε, βρίσκει σ’ αυτή την περίπτωση μια πρακτική εφαρμογή.
Από την άλλη, είναι ένα σύστημα που λειτουργεί και τούτο αποτελεί μια απόδειξη για την ικανότητα
της ανθρώπινης φύσης να διαχειρίζεται περίπλοκες κοινωνικές σχέσεις μέσω δημοκρατικών
διαδικασιών.
Εάν μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, ένα αποδοτικό και λειτουργικό μοντέλο αξίζει
όσο χίλιες εικόνες.
Η πιο συχνή κριτική στην ουτοπική σκέψη, είναι ότι αναφέρεται γενικόλογα στις δυνατότητες
της ανθρώπινης φύσης, η οποία όμως είναι ικανή για το καλύτερο και για το χειρότερο.
Αυτή η
κριτική δεν μπορεί να θεωρηθεί αόριστη.
Η αξία του Μοντραγκόν έγκειται στο γεγονός ότι απαντά σ’
αυτές τις αιτιάσεις μ’ ένα σαφή, συγκεκριμένο και απτό τρόπο.
Μπορεί οι Γουέμπ και άλλοι να έχουν
επικρίνει τους εργατικούς συνεταιρισμούς με το επιχείρημα ότι σύντομα εξελίσσονται σε
καπιταλιστικούς οργανισμούς, αλλά το Μοντραγκόν έχει αποδείξει σαφέστατα ότι κάτι τέτοιο δεν
ισχύει απόλυτα.
Γιατί όχι μόνο λειτουργεί, αλλά λειτουργεί πολύ καλύτερα από τις καπιταλιστικές
επιχειρήσεις.
Με το να αποδεικνύει ότι η ουσιαστική δημοκρατία και η αποδοτικότητα μπορούν να
συνυπάρξουν, το παράδειγμα του Μοντραγκόν καταφέρνει ένα καίριο πλήγμα στο επιχείρημα ότι οι
άνθρωποι είναι από τη φύση τους τεμπέληδες και ανεύθυνοι και για να δουλέψουν χρειάζονται τόσο
το καρότο όσο και το ραβδί.
Τέλος, άλλη μια ένσταση κατατίθεται: η δομή προϋποθέτει την ιεραρχία
και την γραφειοκρατία και γι’ αυτό ένα τόσο πολύπλοκο εγχείρημα όσο το Μοντραγκόν είναι ξεγραμμένο από χέρι.
Αλλά, η απουσία οποιασδήποτε δομής φέρνει την τυραννία, γιατί
αναπτύσσονται άτυπες ελίτ και εμφανίζονται άτυποι αρχηγοί που κρύβονται πίσω από την επίκληση
της επιφανειακής ισότητας.